top of page
  • Writer's pictureThe Codex Cultus Concept

Συνέντευξη με τον κ. Θανάση Βέμπο με το The Codex Cultus Concept.


Έχουμε τη μεγάλη χαρά και τιμή να φιλοξενήσουμε τον κ. Θανάση Βέμπο σε μία απολαυστική συνέντευξη που έδωσε στη σελίδα του The Codex Cultus Concept. Μία συνέντευξη με το χέρι στη καρδιά, ας μην μακρυγορούμε λοιπόν και πάμε στον κ. Θανάση Βέμπο


Ερ: Με ζώνει η νύχτα. Κι όμως πλατύς απάνωθέ μου απλώνεται όλου του κόσμου ο δρόμος που με άμμο διαμάντια στρώνεται, πλέριος από άκρια σε άκρια. Και σκόρπια δίπλα του πετράδια -ήλιοι μαζί και δάκρυα- λάμπουνε αχνά μεσ’ τα σκοτάδια. Τι σημαίνουν για εσάς αυτοί οι στίχοι του Ιωάννη Ζερβού ;


Απ: Σημαίνουν το απόσταγμα της περιπλάνησης με την απόλυτη έννοιά της, της περιπλάνησης όχι μόνο σε τόπους, αλλά και σε ιδέες, σε κόσμους, εξωτερικούς και εσωτερικούς. Η κίνηση είναι ζωή, η ακινησία είναι θάνατος. Η ζωή μας είναι μια διαρκής αναζήτηση αυτού που πρέπει να ανακαλύψουμε –με κάθε χαρά ή λύπη που αυτό συνεπάγεται, επειδή δεν είναι όλα ρόδινα ή ευχάριστα στην πορεία. Υπό την έννοια αυτή, οι στίχοι του Ιωάννη Ζερβού με εκφράζουν απόλυτα –γι αυτό άλλωστε και τους έχω παραθέσει στην ιστοσελίδα μου. Το ζήτημα, το ζητούμενο, η κεντρική ιδέα, για όλους μηδενός εξαιρουμένου, είναι να ανακαλύψουμε τι είναι αυτό που πραγματικά θέλουμε και μετά να το επιδιώξουμε. Είναι κάτι πολύ απλό, αλλά και πολύ δύσκολο ταυτόχρονα. Είναι πολύ απλό να ακολουθήσεις την πραγματική σου Θέληση, την πραγματική σου Πορεία, αλλά πολύ δύσκολο να ανακαλύψεις ποια ακριβώς είναι. Βλέπετε, η κοινωνία, η οικογένεια, η περιρρέουσα πραγματικότητα, μάς παραπλανά και μάς παραμορφώνει, μάς ρίχνει στάχτη στα μάτια, μάς κάνει να χάνουμε τον πραγματικό μας προορισμό από τα μάτια μας και να κυνηγάμε απατηλούς κόσμους επειδή «έτσι πρέπει», επειδή αυτό είναι το «αποδεκτό». Κι έτσι φτάνει κανείς σε μια ηλικία, κοιτάζει τη φάτσα του στον καθρέφτη ένα πρωί και συνειδητοποιεί ότι δεν έκανε αυτό που ήθελε πραγματικά να κάνει στη ζωή του. Οι δαίμονές μας πάντα θα μας προλάβουν αν δεν έχουμε προλάβει εμείς να τους αντιμετωπίσουμε εγκαίρως.

Ερ: Πότε και ποιό ήταν το κάλεσμα για εσάς κ. Βέμπο για να ξεκινήσετε αυτό το κυνηγητό των δικών σας ανησυχιών. Τι ήταν αυτό που θέριεψε αυτήν τη ανίατη πάθηση όπως και ο ίδιος κατά το παρελθόν είχατε περιγράψει.

Απ: Είναι κάτι που δεν μπορώ να τοποθετήσω χρονικά. Θα έλεγα ότι ήταν μια συνειδητοποίηση που ήρθε σε «δόσεις» και κατά ποικίλα χρονικά διαστήματα. Θα έλεγα επίσης ότι με την πάροδο του χρόνου υπήρξε μια αθροιστική επίδραση –κάτι σαν τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας! Όταν όμως συνειδητοποίησα το μονοπάτι το οποίο ήμουν, ας πούμε, προορισμένος να ακολουθήσω, τότε το νερό μπήκε στο αυλάκι. Οι συνειδητοποιήσεις ήταν πολλές και ποικίλες: ένα βιβλίο, ένα κείμενο, μια έρευνα, μια συζήτηση, μια γνωριμία, μια σκέψη, ένα ταξίδι, μια εμπειρία. Ανασκοπώντας μπορώ να χαρτογραφήσω αυτή την πορεία και τα βασικά της ορόσημα, αλλά δεν μπορώ να ορίσω την αρχή της. Ίσως να είναι και αδύνατο κάτι τέτοιο.

Ερ: Κύριε Βέμπο είστε ένας πολυταξιδεμένος άνθρωπος, ένας σύγχρονος Μάρκο Πόλο θα έλεγε κανείς. Μέσα από τα ταξίδια σας γνωρίσατε πολλές διαφορετικές κάστες ανθρώπων. Συναντήσατε ομοιότητες και διαφορές στις διάφορες τοπικές λαογραφίες των λαών όσον αφορά τον πνευματικό κόσμο; Και αν ναι, ποιες σας έκαναν και γιατί τη μεγαλύτερη εντύπωση.


Απ: Εντάξει, υπάρχουν πάρα πολλοί περισσότερο πολυταξιδεμένοι –γνώρισα κάμποσους στα ταξίδια μου, ξένους, διότι είναι σπάνιο να βρεις Έλληνα που να είναι διατεθειμένος να ταξιδέψει μονάχος σε μακρινούς προορισμούς κι ακόμα σπανιότερο να βρεις Έλληνα που να το έχει κάνει. Οι Έλληνες, παρά την σχετική μυθολογία που επικρατεί, είναι εσωστρεφείς, παθολογικά φοβικοί απέναντι στο νέο και στο διαφορετικό, και βαθύτατα συντηρητικοί σε πολλά ζητήματα. Νομίζουν ότι η Ελλάδα είναι το κέντρο του κόσμου. Ακόμα κι όταν ταξιδεύουν, αν ταξιδεύουν, ψάχνουν να βρουν την Ελλάδα κάπου αλλού. Αν δει κανείς όμως την ευρύτερη προοπτική, τότε ανακαλύπτει ότι υπάρχουν αμέτρητοι διαφορετικοί κόσμοι, λαοί, πολιτισμοί, κοινωνίες, άνθρωποι, τοπία, κοσμοθεάσεις, τα πάντα. Πάντα ταξίδευα μόνος, χωρίς καν κινητό τηλέφωνο (μόνο στο τελευταίο ταξίδι το πήρα), ζούσα και κινιόμουν όπως οι ντόπιοι, περνούσα απαρατήρητος, ήθελα επίτηδες να «χαθώ» για να «βρεθώ», να ανακαλύψω πράγματα για τον κόσμο και τον εαυτό μου. Και ανακάλυψα πάρα πολλά έτσι. Αρκεί να ξεπεράσει κανείς τους φόβους του και να κάνει το άλμα –προσέχοντας βέβαια και λαμβάνοντας όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις, δεν μιλώ για απερισκεψία. Η απερισκεψία πληρώνεται πολύ ακριβά σε τέτοιες περιπλανήσεις. Από ένα σημείο και μετά βέβαια, όσο περισσότερο ταξιδεύει κανείς, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι είμαστε όλοι κάτοικοι του ίδιου πλανήτη. Προτού, λέει, ξεκινήσεις να μελετάς το Ζεν, ένα δέντρο είναι ένα δέντρο. Όταν μελετάς το Ζεν, ένα δέντρο δεν είναι ένα δέντρο. Κι όταν έχεις μελετήσει το Ζεν, ένα δέντρο, είναι πάλι ένα δέντρο. Κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Τώρα, από την παιδική μου ηλικία, είχα εμμονή με τη Νότια Αμερική και συγκεκριμένα την περιοχή των Άνδεων και τους εκεί προκολομβιανούς πολιτισμούς. Κι όταν πήγα τελικά, και δεν έχω πάει μόνο μια φορά, συνειδητοποίησα τη βαθύτερη αιτία, το βαθύτερο δέσιμο, μεταφυσικό θα έλεγα με αυτή την περιοχή. Και χάρηκα ιδιαίτερα που είχα ανακαλύψει και εξερευνήσει ακόμα μια μυστική χώρα μέσα μου. Μου είχε κάνει επίσης ιδιαίτερη εντύπωση η Νοτιοανατολική Ασία, η Ινδοκίνα. Εκεί συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν λαοί και πολιτισμοί με τους οποίους έχουμε τεράστιες και βαθύτατες διαφορές, εντελώς διαφορετική κοσμοαντίληψη.

Ερ: Είστε γνωστός στο ευρύ κοινό για τα βιβλία σας που έχετε συγγράψει, κάποια είναι βιωματικού χαρακτήρα και άλλα επιστημονικής φαντασίας. Το κάθε βιβλίο έχει την δικιά του ιστορία και ομορφιά. Εσείς ξεχωρίζετε κάποιο βιβλίο από αυτά και αν ναι, ποιο είναι αυτό και γιατί;


Απ: Δεν μπορώ να ξεχωρίσω, με την έννοια ότι το καθένα είναι ένα διαφορετικό ταξίδι που ακολούθησε ένα διαφορετικό μονοπάτι, παρότι όλα αυτά συγκλίνουν τελικά, ή μάλλον πηγάζουν από μια κοινή αρχή. Επίσης όλα σχεδόν τα βιβλία μου «πατούν» σε κάποιο προγενέστερο βιβλίο μου, αποτελώντας μια μετεξέλιξη της σκέψης και της περιπλάνησής μου. Αλλά χάριν της ερώτησης θα κάνω μια μικρή επιλογή. Οι «Πύλες του Αλλόκοσμου» ας πούμε, όπου αναλύω τη σχέση της ελληνικής λαογραφίας και μυθολογίας με το Παραφυσικό, άρχισαν να γράφονται ουσιαστικά στα μέσα της δεκαετίας του 1980 όταν ανακάλυψα τους αμύθητους θησαυρούς που ήταν κρυμμένοι σαν βιβλία στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Βέβαια το βιβλίο ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν είχα πια συσσωρεύσει ένα κάρο στοιχεία κι είχα κάνει πολλές έρευνες. Το «Άγγιγμα του Μίδα» γράφτηκε όταν είχα συναρμολογήσει στο μυαλό μου μια θεωρία περί της φύσης της Συναινετικής Πραγματικότητας, με αφορμή αινίγματα που αφορούν το Διάστημα και το Ηλιακό Σύστημα. Τα «Φαντάσματα του Διαστήματος» γράφτηκαν για να εξερευνηθεί η πολυδιάστατη σχέση των διαστημικών προγραμμάτων με τον αποκρυφισμό, τα μυστικά τάγματα και άλλες περίεργες «υπόγειες» διεργασίες στα παρασκήνια της επίσημης Ιστορίας. Το «Πνεύμα του Χρόνου» ήταν το αποτέλεσμα μιας κοπιαστικής και πολυδαίδαλης έρευνας σε παλιές εφημερίδες, μια λεπτομερέστατη τοιχογραφία της σχέσης της ελληνικής κοινωνίας με το Παραφυσικό. Το «Σχήμα Πρωθύστερο», το τελευταίο μου, είναι ένα πολύ παράξενο βιβλίο που γράφτηκε σε μια πολύ παράξενη περίοδο της ζωής μου –και ουσιαστικά είναι ένα βιβλίο που δεν τελείωσε με την έννοια ότι αυτή η παράξενη περίοδος συνεχίζεται μεταλλασσόμενη και εντεινόμενη. Σε πρώτο επίπεδο αφορά το αίνιγμα του Χρόνου, αλλά και πολλά άλλα, καταλήγοντας να ιχνηλατεί την επερχόμενη κβαντική μεταβολή που θα εκδηλωθεί σε παγκόσμια κλίμακα. Η «Επέτειος» είναι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, η κεντρική ιδέα του οποίου μου είχε καρφωθεί στο μυαλό από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 –άλλο αν το βιβλίο ολοκληρώθηκε τελικά το 1996. Υπόψιν πως όταν ολοκληρώσω μια έρευνα, ή ένα βιβλίο, δεν ξαναγυρίζω σε αυτήν σχεδόν ποτέ, ή τουλάχιστον με την ίδια προσέγγιση. Το μονοπάτι αυτό έχει πατηθεί, εξερευνηθεί, στο βαθμό που με ικανοποιεί, συνεπώς μετά τραβώ ένα άλλο, απάτητο μονοπάτι.

Ερ: Πόσο άλλαξε ο άνθρωπος Θανάσης Βέμπος μετά από τόσα χρόνια ταξιδιών και αναζήτησης; Υπάρχει κορεσμός τελικά;

Απ: Σίγουρα άλλαξε, ούτως ή άλλως η αλλαγή είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη της εξέλιξης. Ό,τι μένει στάσιμο, λιμνασμένο, πεθαίνει. Η πρόκληση, κι αυτό είναι κάτι που η δυσκολία του αυξάνεται όσο περνούν τα χρόνια, είναι να βρίσκεις πάντα κάτι φρέσκο να σε ανανεώνει, σε όλους τους τομείς. Κορεσμός μπορεί να υπάρξει, αλλά αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη κάτι κακό. Μπορεί να πρόκειται για ανάπαυλα –υπάρχει πχ κορεσμός όταν φάμε τον περίδρομο, αλλά μετά αν μείνουμε νηστικοί επί μια βδομάδα θα ξεχάσουμε ακόμα και τι σημαίνει η λέξη «κορεσμός»! Κι αυτό είναι μια πολύ αποτελεσματική τεχνική «ξεκολλήματος».

Ερ: Σήμερα εν έτει 2016, πιστεύετε ότι ο απλός κόσμος έχει χάσει την επαφή του με τις τοπικές λαογραφίες , αν ναι, έχετε σκεφθεί την αιτία; Θα ήταν καλό να εξηγήσετε λίγο στους αναγνώστες την σημασία της λαογραφίας μας και τον αντίκτυπο της στις νεότερες γενεές.

Απ: Αν με τη λαογραφία εννοούμε τις παραδόσεις και τους μύθους, ναι, όντως ο κόσμος έχει χάσει αυτή την επαφή. Αιτία είναι η τεχνολογική εξέλιξη, η ραγδαία συρρίκνωση του κόσμου και η σύνθλιψη των πάντων σε ένα γενικό ανακάτεμα. Όχι πως η τεχνολογία είναι κάτι κακό –απλώς ένα εργαλείο είναι, και ένα εργαλείο είναι ουδέτερο. Η χρήση του το κάνει βλαβερό ή ωφέλιμο. Τώρα, όσον αφορά τις δικές μας παραδόσεις, υπάρχει πλήρης αποκοπή του σημερινού Έλληνα από αυτές. Ο λαός αυτός έχει απολέσει τις ρίζες του, ακόμα και την ταυτότητά του από πολλές απόψεις. Εξαιτίας της επίπλαστης ευημερίας που επικρατούσε τις τελευταίες δεκαετίες, εξαιτίας της αποθέωσης της ήσσονος προσπάθειας, εξαιτίας της κατεδάφισης κάθε αξίας και εξαιτίας της υπονόμευσης της γλώσσας, φτάσαμε στο σημερινό χάλι. Η κρίση που αντιμετωπίζουμε δεν είναι ουσιαστικά οικονομική –αν και έτσι προσλαμβάνεται, επειδή η οικονομία είναι κάτι πολύ κρίσιμο που αγγίζει όλους μας. Αυτή η διασωληνωμένη κοινωνία δεν παράγει απολύτως τίποτα –και δεν αναφέρομαι μόνο στην οικονομική παραγωγή αλλά γενικότερα. Τα πάντα, ακόμα και οι ιδέες, είναι εισαγόμενα. Οι πάντες έχουν λοβοτομηθεί αποτελεσματικά και δεν είναι σε θέση ούτε να κατανοήσουν τι συμβαίνει γύρω τους, ούτε να αντιδράσουν, ούτε να πράξουν, ούτε καν να συνεννοηθούν. Ταυτόχρονα, η μούργα και τα χειρότερα κατακάθια έχουν ανέλθει πανηγυρικά στους θώκους της εξουσίας. Βέβαια, ο κάθε λαός έχει τους ηγέτες που του αξίζουν. Ούτε λιγότερο, ούτε περισσότερο. Κι αυτό είναι η πραγματική τραγωδία, η οποία όχι μόνο δεν βλέπω να λήγει σύντομα, αλλά μάλλον να επιδεινώνεται.

Ερ: Είχατε βιώσει ποτέ κάποιο φαινόμενο «οριακό» όπως θα λέγατε και εσείς που να έχει παραφυσικό χαρακτήρα; Αν ναι μπορείτε να το μοιραστείτε μαζί μας;


Απ: Πολλά και διάφορα εδώ και δεκαετίες –είναι τόσο πολλά που κρατώ σημειώσεις επειδή ο νους τείνει να τα ξεχνά και να τα «θάβει». Άλλωστε πολλά από αυτά συνδέονται με έρευνες που κάνω, καταστάσεις που βιώνω ή εκούσιες πράξεις. Στην πλειονότητά τους είναι παράξενες συγχρονικότητες, δηλαδή «συμπτώσεις με νόημα», ονειρικές εμπειρίες, déjà vu, και αλλόκοτες καταστάσεις. Πολύ συχνά δεν είναι κάτι τόσο εντυπωσιακό, ή τουλάχιστον αντικειμενικά εντυπωσιακό. Άλλωστε αυτές οι εμπειρίες έχουν πάντα προσωπικό χαρακτήρα. Θα αναφέρω μία που έχω αναφέρει και στο βιβλίο μου «Σχήμα Πρωθύστερο». Στις 14 Ιουλίου 1978 μια μεγάλη πυρκαγιά αποτέφρωσε ση­μαντι­κό μέρος του πυκνού πευκοδάσους ενός χωριού στο νομό Αχαΐας. Εκεί παραθερίζαμε με την οικο­γέ­νειά μου. Όπως έγινε γνωστό αργότερα, η φωτιά οφειλό­ταν στην (τυπικά ελληνική) αμέλεια κάποιων εργατών που έκα­ναν ηλεκτροκόλληση σε ένα σπίτι πλάι στο δάσος. Οι σπίθες έβαλαν φωτιά στις πυκνές πευκοβελόνες με αποτέλε­σμα να λαμπαδιάσει ένα μεγάλο δέντρο και μετά η πυρκαγιά να εξαπλωθεί σε μεγάλη έκταση. Ο κίνδυνος για το χωριό ήταν άμεσος, αλλά η πυρκαγιά σβήστηκε μέχρι το βράδυ μετά από την έγκαιρη επέμβαση τριών πυροσβεστικών αε­ροσκαφών. Είχα δει την πυρκαγιά σε όνειρο το προηγούμενο βράδυ αλλά, όπως συμβαίνει με τα όνειρα, το ξέχασα λίγο αργότερα. Βρισκόμουν στην παραλία για μπάνιο. Η θέα του βουνού και του δάσους ήταν πανορα­μική από το σημείο εκείνο. Ξαφνικά αντίκρισα τεράστιες φλόγες να πετάγονται προς τον ουρανό: ήταν το δέντρο που είχε λαμπαδιάσει. Το σοκ που ένιωσα ήταν άνευ προηγουμέ­νου, όχι μόνο επειδή συνειδητοποιούσα την άμεση απειλή για το χωριό, αλλά και επειδή είχα ένα απίστευτο déjà vu: ήξερα πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ξαναζούσα σκηνές του ονείρου της προηγούμενης νύχτας με μια ένταση σχεδόν υπερφυσική. Τα déjà vu αυτά συνεχίστηκαν όλη την υπόλοιπη ημέρα –επαναλαμβανόμενα ανά τακτά χρονικά διαστήματα των δε­καπέντε λεπτών (το τσέκαρα με το ρολόι) με την έντασή τους να φθίνει σταδιακά και ανεπαίσθητα.

Ερ: Θα ήθελα τη γνώμη σας γενικά πάνω στο ελληνικό γίγνεσθαι στο κόσμο του παραφυσικού. Έχουν βγει διάφορες ομάδες νεαρών κυρίως ατόμων που τρέχουν με βίντεο, φωτογραφίες, ηχητικές καταγραφές κτλ. Πιστεύετε ότι όλος αυτός ο χαμός κάνει καλό στην έρευνα του παραφυσικού ή πλέον το διακωμωδούν σαν περιφερόμενος θίασος;

Απ: Το ghost hunting είναι εν πολλοίς μια «μόδα» -παλιά είχαμε ομάδες έρευνας για ΑΤΙΑ, τώρα έχουμε ομάδες έρευνας για φαντάσματα. Άλλωστε το «φάντασμα» αντικατέστησε τον «εξωγήινο» εδώ και κάποια χρόνια, και αναφέρομαι σε διεθνές επίπεδο. Το ότι υπάρχουν ομάδες που ψάχνουν δεν είναι κακό, ίσα-ίσα, φανερώνει ότι υπάρχει ενδιαφέρον και μεράκι από τους νεαρούς. Ούτως ή άλλως, το ξεκαθάρισμα γίνεται στην πορεία: θα αποχωρήσουν εκείνοι που θα βαρεθούν, θα φοβηθούν, ή εν πάση περιπτώσει δεν έτρεφαν ποτέ γνήσιο ενδιαφέρον για το θέμα. Θα μείνουν εκείνοι που ενδιαφέρονταν πραγματικά, κι έτσι συνεχίζεται η έρευνα του παραφυσικού, η οποία σημειωτέον ότι γίνεται πάντα σε προσωπικό και όχι συλλογικό επίπεδο. Η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου σνομπάρει ή χλευάζει το παραφυσικό, αλλά αυτό είναι δικό της πρόβλημα. Άλλωστε ο χλευασμός είναι και ένα «τεστ ξεκαθαρίσματος» που σε κάνει να δεις κατά πόσο ενδιαφέρεσαι πραγματικά. Βέβαια, έχω να κάνω δυο παρατηρήσεις στο όλο θέμα. Πρώτον, βλέπω μια βαθύτατη άγνοια πάνω στο θέμα από την συντριπτική πλειονότητα των επίδοξων ερευνητών. Και αυτό είναι περίεργο, επειδή αν ενδιαφέρεσαι για κάτι φροντίζεις να μάθεις γι αυτό. Υπάρχει διαθέσιμη μια τεράστια βιβλιογραφία από παλιότερους ερευνητές, την οποία όμως αγνοούν εξωφρενικά. Δεν χρειάζεται να ανακαλύπτουμε διαρκώς τον τροχό. Η δεύτερη παρατήρηση έχει σχέση με αυτή την εμμονή στην καταγραφή και τη βιντεοσκόπηση των φαινομένων. Σύμφωνοι, έτσι προκύπτουν χρήσιμα στοιχεία, αλλά όμως όταν προσεγγίζουμε παραφυσικά φαινόμενα που είναι κατεξοχήν φευγαλέα και «οριακά», δεν υπάρχει περίπτωση να προκύψει ποτέ καμία αδιαφιλονίκητη απόδειξη ή τεκμήριο. Εξ άλλου όταν προσεγγίζουμε το παραφυσικό με μια «τεχνολογική πανοπλία», χάνουμε την ουσία: δεν μπορούμε να βιώσουμε αυτή τη βαθύτερη εμπειρία που θα μας επηρεάσει και θα χρησιμέψει ως εργαλείο αυτοανακάλυψης.


Ευχαριστώ προσωπικά τον κύριο Θανάση Βέμπο για την συνέντευξη που παραχώρησε στην ομάδα μας. Του ευχόμαστε να είναι πάντα καλά να μας εμπλουτίζει με γνώσεις και βιώματα. Καλή επιτυχία του ευχόμαστε με ότι και αν καταπιαστεί στο μελλόν και να διαβαίνει πάντα φωτεινά μονοπάτια στις αναζητήσεις του.

183 views0 comments
bottom of page